Δημοκρατία και χρόνος

«Στις δημοκρατίες μιλάμε πολύ, αποφασίζουμε με δυσκολία και ενεργούμε πολύ αργά».

Ιωάννης Καποδίστριας

Σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα πολιτεύματα, η πραγματική δημοκρατία πάντα πλεονεκτεί. Το μοναδικό μειονέκτημα της άμεσης, δηλαδή της πραγματικής, δημοκρατίας είναι ότι είναι χρονοβόρα. Προσωπικά δεν θεωρώ ούτε καν αυτό ως μειονέκτημα, αφού κάθε διαδικασία μάθησης – και η δημοκρατία είναι ένα διαρκές σχολείο – απαιτεί χρόνο.

Βέβαια, το κυρίαρχο και βαθύτατα ολιγαρχικό αφήγημα προσπαθεί να μας πείσει για κάτι άλλο. Βαφτίζει δημοκρατία μια αμιγή και βαθύτατα δυσλειτουργική αντιπροσώπευση, προσπαθώντας να μας πείσει ότι αυτή η αντιπροσώπευση (στην ουσία ούτε καν αντιπροσώπευση αφού λείπουν από αυτή οι μηχανισμοί λογοδοσίας) είναι η μόνη δυνατή μορφή δημοκρατίας.

Ας δούμε πως φωτίζει αυτή την σχέση δημοκρατίας και χρόνου ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Γερμανού κοινωνιολόγου Rosa Hartmunt. Το βιβλίο ονομάζεται Επιτάχυνση και αλλοτρίωση και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πλήθος. Ακόμα και αν η κοινωνιολογία δεν βρίσκεται ανάμεσα στα ενδιαφέροντα σας, σας συστήνω ανεπιφύλακτα την ανάγνωσή του.

“….είναι αναμφισβήτητο ότι οι διάφορες κοινωνικές σφαίρες μπορούν να επιταχυνθούν σε διαφορετικούς βαθμούς. Έτσι, η ταχύτητα των οικονομικών συναλλαγών , των επιστημονικών ανακαλύψεων και των τεχνολογικών καινοτομιών έχει μεγαλώσει δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ ο ρυθμός της χάραξης πολιτικής δεν έχει αυξηθεί και ο ρυθμός της πολιτισμικής αναπαραγωγής, δηλαδή της μεταβίβασης της συμβολικής γνώσης από γενιά σε γενιά, δεν δείχνει να έχει επιταχυνθεί ιδιαίτερα. Ο σύγχρονος δυτικός κόσμος βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ιδέα ότι η πολιτική δίνει τον ρυθμό στις κοινωνικές και πολιτισμικές εξελίξεις. Αν θέλουμε να είμαστε κατά βάση δημοκρατικές κοινωνίες , αυτό σημαίνει ότι η πολιτική ρυθμίζει το πλαίσιο και τις γενικές κατευθύνσεις εντός των οποίων λειτουργεί η επιστήμη, η τεχνολογία και η οικονομία. Αυτό ωστόσο προϋποθέτει ένα πολύ συγκεκριμένο ρίζωμα της πολιτικής στον χρόνο, βασίζεται δηλαδή στην υπόθεση ότι η λήψη των πολιτικών αποφάσεων και η κοινωνική εξέλιξη είναι, ή μπορούν να είναι, συγχρονισμένες. Όπως όμως έχω υποστηρίξει αλλού, η δημοκρατία είναι χρονοβόρα διαδικασία. Πολύ απλά, απαιτείται χρόνος προκειμένου να οργανωθεί ο δημόσιος χώρος, να αναγνωριστούν οι εμπλεκόμενες κοινωνικές ομάδες, να διατυπωθούν και να ζυγιστούν επιχειρήματα, να επιτευχθούν συναινέσεις και να ληφθούν συνειδητές αποφάσεις. Και απαιτείται επίσης χρόνος προκειμένου να εφαρμοστούν αυτές οι αποφάσεις ιδιαίτερα σε μη ολοκληρωτικές κοινωνίες που λειτουργούν με βάση του κανόνες του κράτους δικαίου.

Μάλιστα, στις συνθήκες της ύστερης νεωτερικότητας, όπου οι κοινωνίες είναι περισσότερο πλουραλιστικές και λιγότερο παραδοσιακές, αυτές οι διαδικασίες απαιτούν ακόμα περισσότερο χρόνο. Όσο πιο ετερογενείς και δυναμικές γίνονται οι κοινωνικές ομάδες και όσο γρηγορότερα μεταβάλλονται οι περιρρέουσες συνθήκες τόσο περισσότερο χρόνο παίρνει ο σχηματισμός της βούλησης και η οργάνωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Ο σχεδιασμός και ο υπολογισμός γίνονται πιο χρονοβόροι, όταν οι συνθήκες καθίστανται λιγότερο σταθερές. Έτσι, οι διαδικασίες που επιταχύνουν τις κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές αλλαγές, επιβραδύνουν τη δημοκρατική διαμόρφωση της βούλησης και λήψη αποφάσεων, και αυτό οδηγεί σε έναν εμφανή αποσυγχρονισμό ανάμεσα στην πολιτική και την κοινωνικοοικονομική ζωή και εξέλιξη. Η πολιτική λοιπόν σήμερα δεν γίνεται αντιληπτή ως το μέγεθος που δίνει τον ρυθμό της κοινωνικής μεταβολής. Αντιθέτως, η «προοδευτική» πολιτική – αν ο όρος διατηρεί κάποιο νόημα το 2010 – χαρακτηρίζεται πλέον από την πολιτική βούληση να επιβραδυνθούν οι τεχνολογικές και οικονομικές συνδιαλλαγές και εξελίξεις, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί ή να διατηρηθεί κάποιος πολιτικός έλεγχος πάνω στον ρυθμό και την κατεύθυνση της κοινωνίας (μέσα από εργαλεία όπως ο φόρος Tobin[1]). Αντίθετα, οι φιλελεύθεροι – «συντηρητικοί» στις μέρες μας επιλέγουν την αύξηση της ταχύτητας των κοινωνικοοικονομικών και τεχνολογικών διαδικασιών, μειώνοντας τον πολιτικό έλεγχο. Σε αυτή την αντιστροφή του χρονικού δείκτη της πολιτικής ανάμεσα στο προοδευτικό και το συντηρητικό βρίσκουμε μια ξεκάθαρη έκφραση του αποσυγχρονισμού ανάμεσα στις πολιτικές και τις τεχνοοικονομικές σφαίρες της κοινωνίας, και κατά συνέπεια μια έκφραση του γεγονότος ότι η ιδέα της πολιτικής καθοδήγησης έχει μετατραπεί από εργαλείο της κοινωνικής δυναμικοποίησης, στην πρώιμη και την κλασική νεωτερικότητα, σε εμπόδιο ή πρόσκομμα για την περαιτέρω επιτάχυνση στις συνθήκες της ύστερης νεωτερικότητας.     

Κατά συνέπεια, το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα των δεκαετιών του 1990 και του 2000 στην πραγματικότητα ακολούθησε την πολιτική της επιτάχυνσης της κοινωνίας (και ιδιαίτερα των ροών του κεφαλαίου) μειώνοντας ή ακόμα και εξαφανίζοντας τον πολιτικό έλεγχο ή την πολιτική καθοδήγηση, μέσα από μέτρα απορρύθμισης, ιδιωτικοποίησης και νομοθετικής μεταβολής.”  

Η υπογράμμιση στο παραπάνω απόσπασμα είναι δική μας.


[1] Ο φόρος Tobin έχει πάρει το όνομα του από τον οικονομολόγο James Tobin, ο οποίος τον εισηγήθηκε το 1972 (μετά τη λήξη του νομισματικού συστήματος του Bretton-Woods). Πρόκειται για έναν φόρο που επιβάλλεται σε κάθε διενεργούμενη αγορά συναλλάγματος. Η αξία του είναι ελάχιστη, προκειμένου να μην αποτρέπει την αγορά συναλλάγματος εν γένει (για παράδειγμα από ανθρώπους χαμηλού εισοδήματος) αλλά να αποθαρρύνει την επαγγελματική κερδοσκοπία που βασίζεται στη συνεχή ανταλλαγή συναλλάγματος, καθώς σε κάθε καινούργια συναλλαγή πρέπει να καταβάλλεται εκ νέου ο φόρος. Έτσι, σύμφωνα με τον Tobin, η συνεχής και ταχεία αγορά και πώληση συναλλάγματος επιβαρύνεται υπέρογκα και καθίσταται ασύμφορη – Σ.τ.Μ.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , | Σχολιάστε

Καλά μας κάνουν (ολιστικά πάντα)

Ο Σενέκας, πριν από πολλούς αιώνες, έγραφε πως «….ο στωικός σοφός πρέπει να αποσυρθεί από τη δημόσια δράση, όταν οι συμβουλές του αγνοούνται και το κράτος έχει φτάσει σε κατάσταση απόλυτης διαφθοράς. Είναι σοφότερο να περιμένεις την καταστροφή».

Φυσικά δεν διεκδικώ τέτοιες περγαμηνές, αλλά έχοντας κουραστεί να βλέπω την ντροπή που ονομάζουμε ελληνική πολιτική πραγματικότητα, εμάς να την δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα και θέλοντας να μην εμπλακώ σε ανόητες και ανούσιες πολιτικές συζητήσεις (αερολογίες καλύτερα), λέω όλο και πιο συχνά: «Καλά μας κάνουν!». Αυτό λέω και σταματώ.

Συχνά όμως, θα βρεθεί κάποιος να ρωτήσει: «Μα τι μπορούμε να κάνουμε;». Είναι πολύ απλό, μόνο ένα πράγμα έχει σημασία: να επανιδρύσουμε την πραγματική δημοκρατία, ζητώντας να αποφασίζουμε εμείς, οι Έλληνες πολίτες, για όλα τα σημαντικά πολιτικά θέματα (για το πως ακριβώς, δείτε εδώ). Όλα τα άλλα είναι απλά ανοησίες. Κουβέντες για να χάνουμε τον χρόνο μας ή να συντηρούμε την πολιτική μας νηπιότητα.  Όσο δεν κατανοούμε την αδήριτη ανάγκη για την δημοκρατία και τους θεσμούς της (με κυρίαρχα τα δημοψηφίσματα πρωτοβουλίας πολιτών), τόσο θα καταδικάζουμε εμάς και τα παιδιά μας σε αυτή την ντροπή που καταστρέφει τις ζωές μας και τον τόπο μας.

Η χώρα μας δεν πρόκειται να ορθοποδήσει ποτέ όσο αποφασίζουν οι πλούσιοι. Γιατί πάντα αυτοί αποφασίζουν και όχι οι πολιτικοί. Μόνη μας ελπίδα είναι να αποφασίζουμε όλοι μας, για ό,τι εμείς θέλουμε να αποφασίσουμε. Μόνο έτσι θα είμαστε όλοι «πλούσιοι» και θα ζούμε τις ζωές μας ….. ολιστικά. Μέχρι τότε, απλά, θα μας κοροϊδεύουν οι ανεκδιήγητοι που μας κυβερνούν.

Διαβάστε, ενημερωθείτε και αποφασίστε. Ελευθερία ή δουλεία; Δικαιοσύνη ή αδικία; Δημοκρατία ή βαρβαρότητα;

Η ευθύνη της επιλογής και της αλλαγής είναι δική μας.

Υ.Γ. Όσοι ακόμα επιμένουν ότι εμείς δεν μπορούμε να αποφασίζουμε θα ήταν καλό να διαβάσουν πολύ προσεκτικά το κείμενο αυτό.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , , | Σχολιάστε

CH Info. Μία εφαρμογή που αξίζει να έχετε στο κινητό σας

Πανδημία (με ή χωρίς εισαγωγικά), μία εισβολή στην οποία κάποιος τυχάρπαστος αποφάσισε ότι πρέπει να στείλουμε οπλισμό στον ένα από τους δύο εμπλεκόμενους και μία άνευ προηγουμένου αισχροκέρδεια στην ενέργεια, σε βάρος όλων των Ελλήνων αλλά και της ελάχιστης εναπομείνασας παραγωγής (γιατί ναι, η χώρα διαθέτει και παραγωγή, όσο και αν αυτό δυσαρεστεί τους εκάστοτε κυβερνώντες).

Ποιος αποφασίζει για όλα αυτά; Ο εκάστοτε τυχάρπαστος (το ξαναγράφω) μονάρχης – κυβερνήτης ο οποίος νομίζει ότι είναι ο Θεός Ήλιος και δικαιούται να κάνει ό,τι θέλει. Χωρίς καμία ευθύνη αφού δεν υπάρχει απολύτως κανένας μηχανισμός λογοδοσίας.

Αυτό το μοντέλο κάποιοι επιμένουν ακόμα να το ονομάζουν δημοκρατία. Φαίνεται ότι μάλλον δεν ομιλούν την ελληνική γλώσσα και αδυνατούν να καταλάβουν τι είναι πραγματικά η δημοκρατία. Ή, αν μιλάμε ελληνικά, ότι έχουν δόλο. Όμως, τι κάνουμε όλοι οι υπόλοιποι εμείς πέρα από το να γκρινιάζουμε; Απολύτως τίποτα! Μήπως ήρθε η ώρα να προβληματισθούμε σοβαρά και πρώτα από όλα να καταλάβουμε τι είναι η δημοκρατία;

Δημοκρατία σημαίνει ότι για όλα τα σοβαρά θέματα αποφασίζουν οι πολίτες και μόνο αυτοί. Οι πολίτες και όχι οι πολιτικοί! Τα υπόλοιπα είναι εκ του πονηρού και καλό είναι να τα στιγματίζουμε. Διαφορετικά θα συνεχίζουμε να ζούμε αυτή την ντροπή. Η επιλογή είναι δική μας: δημοκρατία ή βαρβαρότητα;

Όσοι από εμάς διαθέτουν έξυπνο κινητό και θέλουν να δουν τι είναι πρακτικά και πραγματικά η δημοκρατία, μπορούν να εγκαταστήσουν την εφαρμογή CH Info σε αυτό. Είναι μια μικρή εφαρμογή στην οποία μπορείτε να δείτε τις βασικές αρχές του Ελβετικού πολιτικού συστήματος. Επιλέξτε τον σύντομο οδηγό (brief guide, εδώ σε αρχείο pdf) του 2022, την Αγγλική γλώσσα (μέσω του “γραναζιού” των settings) και δείτε ποιος οφείλει να είναι ο στόχος όλων των Ελλήνων πολιτών. Διαβάστε, σκεφτείτε και πάρτε την ευθύνη που μας αναλογεί. Διαφορετικά θα συνεχίζουμε να γκρινιάζουμε εσαεί για τους τυχάρπαστους που μας κυβερνούν. Αυτό θέλουμε; 

   

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , | 1 σχόλιο

Το δημοψήφισμα του 2015 και η πανδημία

Το ενάμιση έτος της πανδημίας και το τι αυτή έχει φέρει στον δημόσιο «διάλογο» μας θυμίζει σε μεγάλο βαθμό το δημοψήφισμα του 2015. Τόσο η διαχείριση των δύο φαινομένων από την πολιτική ελίτ και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, όσο και ο διάλογος μεταξύ μας (αναγνωρίσιμων, μεγαλόσχημων αλλά και απλών πολιτών), έχει αρκετές ομοιότητες.

Ένα κοινό στοιχείο του κυρίαρχου, από επάνω, αφηγήματος είναι το ότι οι πολίτες δεν μπορούν και ως εκ τούτου δεν πρέπει να αποφασίζουν. Στο δημοψήφισμα τον λόγο είχαν οι συστημικοί οικονομολόγοι που μας έλεγαν πως δεν υπάρχει εναλλακτική και θα πρέπει να ακολουθήσουμε πειθήνια ό,τι οι αγορές προστάζουν. Ακόμα και αν κάποιος δεχτεί ότι είχαν δίκιο (αν και είναι εντελώς παράλογο πολιτικά να συμφωνήσει κάποιος σε μια λογική τύπου «δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή»), ο τρόπος που προσπάθησαν να το επιβάλλουν ήταν βαθύτατα αντιδημοκρατικός. Όλοι θυμόμαστε τι συνέβη στην συνέχεια. Ο Τσίπρας δεν αποδέχτηκε την λαϊκή βούληση και ακολούθησε πολιτικές οι οποίες οδήγησαν στην παλινόρθωση του κατεδαφισμένου πολιτικού σκηνικού, με τραγικό αποτέλεσμα στην άνοδο της πλιατσικοδεξιάς του Μητσοτάκη και την μεσο-μακροπρόθεσμη ολική καταστροφή της χώρας.   

Αντίστοιχα, στην επικοινωνιακή (και δυστυχώς μόνο αυτή) αντιμετώπιση της πανδημίας, η αθλιότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης εστίασε στην παραπληροφόρηση, την πόλωση και την κερδοσκοπία. Αυτό ήταν κάτι που κάθε ώριμος πολιτικά συμπολίτης μας το περίμενε. Αυτό το οποίο ίσως δεν περιμέναμε ήταν ο μεγάλος αριθμός «πνευματικών» ανθρώπων και πολιτικών «συναγωνιστών» μας, οι οποίοι επέλεξαν να υπερασπιστούν την κυβερνητικό αφήγημα, με έναν άμεσο ή έμμεσο, αλλά το ίδιο ισχυρό τρόπο.

Μοιραία, και στις δύο περιπτώσεις, η συζήτηση στράφηκε ξανά στον μέσο συμπολίτη μας (όλους εμάς δηλαδή) και την ικανότητα που αυτός έχει να αποφασίζει. Για άλλη μια φορά απογοητευτήκαμε. Όχι από την πολιτική ελίτ, η οποία με ξεκάθαρο δόλο και απύθμενο θράσος διακηρύττει σε όλους τους τόνους το ότι οι πολίτες είναι αδαείς επικίνδυνοι και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να αποφασίζουν, αλλά και από καθηγητές πανεπιστημίων, καλλιτέχνες, «επιστήμονες», πολιτικούς «αγωνιστές», «διανοούμενους» και όλους όσους άλλους επέλεξαν να μας υπενθυμίσουν το ότι δεν δικαιούμαστε, όλοι εμείς οι κοινοί, ταπεινοί, αμόρφωτοι άξεστοι, ψεκασμένοι κ.ο.κ.,  να έχουμε λόγο.

Σκεπτόμενος όλα αυτά και σε μια προσπάθεια να εκφράσω το δημοκρατικά αλλά και ανθρώπινα αυτονόητο (φευ, αδιανόητο για τις κάθε λογής ελίτ ή εν δυνάμει ελίτ της χώρας), μετέφρασα λίγες παραγράφους από το σπουδαίο βιβλίο του John G. Matsusaka με τίτλο «Αφήστε τους ανθρώπους να κυβερνήσουν». Ας δούμε λοιπόν τι γράφει ένας δημοκράτης και πόσο αυτό φαντάζει παράξενο και επικίνδυνο για την πολιτική ελίτ της χώρας και τον ανύπαρκτο πνευματικό μας κόσμο. Ας δούμε μία διαφορετική προσέγγιση σχετικά με την ικανότητα των ψηφοφόρων, αλλά και των ανθρώπων γενικότερα, να λαμβάνουν τις «σωστές» αποφάσεις.

«Για να αξιολογήσουμε την ικανότητα των ψηφοφόρων, πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι εννοούμε με τον όρο «άξια» ψήφο. Χρειαζόμαστε έναν ορισμό που να επιτρέπει τη δυνατότητα να έχουμε ικανούς ανθρώπους που διαφωνούν. Αντίθετα, δεν έχει νόημα να υιοθετήσουμε έναν ορισμό ο οποίος, στην πραγματικότητα, χαρακτηρίζει τις ψήφους που συμφωνούν με εμάς ως άξιες και τις υπόλοιπες ως λανθασμένες ή μη άξιες. Η δημοκρατία βασίζεται στην υπόθεση ότι λογικοί άνθρωποι μπορούν να διαφωνούν μεταξύ τους σχετικά με τις πολιτικές επιλογές.

Για να φτάσουμε σε έναν ορισμό, είναι χρήσιμο να κάνουμε μια διάκριση μεταξύ των αξιών και των συμφερόντων ενός ατόμου και των πληροφοριών που αυτό έχει. Οι αξίες είναι ηθικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, ενώ τα συμφέροντα είναι προσωπικά διακυβεύματα εντός μίας κατάστασης. Οι πληροφορίες είναι γεγονότα και δεδομένα για τον κόσμο, που σχετίζονται με τα αποτελέσματα μιας προτεινόμενης πολιτικής. Ένα άτομο χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που έχει για να αξιολογήσει τα αποτελέσματα εναλλακτικών πολιτικών επιλογών και στην συνέχεια υποστηρίζει την πολιτική που προάγει καλύτερα τις αξίες και τα συμφέροντά του. Υπό αυτό το πλαίσιο, τα άτομα μπορούν να διαφωνήσουν σχετικά με τα πλεονεκτήματα μιας πολιτικής,  επειδή έχουν διαφορετικές  πληροφορίες ή επειδή έχουν διαφορετικές αξίες (ή και τα δύο). Για παράδειγμα, η άποψη ενός ατόμου σχετικά με τη θανατική ποινή μπορεί να εξαρτάται από πληροφορίες, όπως το αν αυτή έχει αποτρεπτική ισχύ στην τέλεση εγκλημάτων, ή το κόστος της εκτέλεσης ενός καταδικασμένου εγκληματία, καθώς όμως και σε αξίες, όπως η άποψη που έχει κάποιος σχετικά με την ιερότητα της ζωής και αν η ανταπόδοση είναι ένας δικαιολογημένος τρόπος τιμωρίας. Ακόμα και αν έχουν τις ίδια πληροφόρηση, οι άνθρωποι μπορεί να διαφωνήσουν σχετικά με μια πολιτική επιλογή, όταν οι αξίες τους είναι διαφορετικές.

Έχοντας τα παραπάνω υπόψη μας, μπορούμε τώρα να ορίσουμε μία ψήφο ως «άξια» αν αυτή προάγει τις αξίες και το συμφέρον ενός ατόμου, όταν αυτό έχει την καλύτερη δυνατή πληροφόρηση. Η ψήφος ενός ατόμου δεν θα ήταν άξια αν αυτή ήταν υπέρ της πολιτικής επιλογής Χ, ενώ ο ψηφοφόρος θα είναι υποστηρίξει μία άλλη πολιτική επιλογή Υ αν είχε πληροφορίες που ήταν γνωστές, σε άλλους, πριν την ψηφοφορία. Αυτός ο ορισμός δεν κρίνει τις αξίες και το τι θεωρεί συμφέρον ένα άτομο, καθώς αυτά είναι θέματα ατομικής κρίσης. Εξετάζει μόνο αν η ψήφος ενός ατόμου υποστηρίζει την προώθηση αυτών των αξιών και των συμφερόντων.»

Στο παραπάνω κείμενο, ο Matsusaka δεν εστιάζει στην αξιολόγηση των αξιών και των πεποιθήσεων των πολιτών, αλλά στην ποιότητα της πληροφορίας, στην οποία αυτοί έχουν πρόσβαση. Θεωρεί ότι δεν υπάρχει μία εκ Θεού σωστή πολιτική επιλογή (αντίθετα στις χώρα μας έχουμε πολλούς επίγειους Θεούς οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα από εμάς το δικό μας συμφέρον και το οποίο, όλως τυχαίως, μεγιστοποιεί τα δικά τους κέρδη) και ότι αυτό που χαρακτηρίζει μια απόφαση ως σωστή, είναι το κατά πόσο αυτή συμφωνεί και προωθεί τις αξίες και το συμφέρον  του κάθε ένα από εμάς και, εντέλει, όλων μας.

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι, παρά την λυσσαλέα προπαγάνδα, οι Έλληνες καταλαβαίνουν τα παραπάνω και επιθυμούν να έχουν αυτοί τον τελευταίο λόγο σε όλες τις σημαντικές πολιτικές αποφάσεις. Κάτι το οποίο, φυσικά, δεν θα ακούσετε από τα ελληνικά ΜΜΕ, αλλά θα το δείτε και αυτό στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Matsusaka.

Παρόλα αυτά, υπάρχει μία τεράστια απόσταση μεταξύ του τι επιθυμεί κανείς και το κατά πόσο είναι διατεθειμένος να δράσει και να αγωνιστεί για αυτό. Αν θέλουμε να κάνουμε κάτι υπέρ της πραγματικής δημοκρατίας, θα πρέπει να βρεθούμε και να δράσουμε, διαφορετικά θα παραμείνουμε πολιτικά, και άρα ως άνθρωποι, δούλοι.

Διαβάστε το βιβλίο του Matsusaka και αν σας ενθουσιάσει το ίδιο όπως εμάς, ελάτε να το μεταφράσουμε και τον εκδώσουμε. Μπορεί και αυτό να είναι ένα από τα πολλά πρώτα βήματα που πρέπει να κάνουμε για την έλευση της δημοκρατίας.

Ένα άλλο πρώτο βήμα, την προσομοίωση ενός ακυρωτικού δημοψηφίσματος ενάντια στο COVID PASS και τις κάθε λογής αυθαίρετες υποχρεωτικότητες μπορείτε να δείτε εδώ.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , , | Σχολιάστε

Το «δίκαιο» του ισχυρού

Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα στο Αφγανιστάν και διαβάζοντας το «Ευρωπαϊκός Οικουμενισμός – Η Ρητορική της Δύναμης» του Ιμάνουελ Βάλερσταϊν (εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ, 2010) διαπιστώνουμε πόσο λίγο έχει αλλάξει το «δίκαιο» του ισχυρού τα τελευταία 500 χρόνια. Οι ισχυροί του κόσμου συνεχίζουν να επεμβαίνουν και να εκμεταλλεύονται – στην καλύτερη των περιπτώσεων – όσους δεν μπορούν να αντιταχθούν στην ισχύ τους, ενώ ταυτόχρονα εφευρίσκουν τρόπους για να νομιμοποιήσουν ηθικά την ιδιοτελή και συχνά απάνθρωπη επέμβαση τους.  

Κάτι αντίστοιχο δεν έχει συμβεί την τελευταία δεκαετία (φυσικά με το αζημίωτο) και στην δικά μας χώρα;  

«….. Το τελικό επιχείρημα του Σεπούλβεδα αφορούσε το δικαίωμα και την υποχρέωση του εκχριστιανισμού, που δήθεν εμποδιζόταν από τους ινδιάνους. Το αντιστοιχό του στον εικοστό πρώτο αιώνα είναι το δικαίωμα και καθήκον μας να διαδώσουμε την δημοκρατία. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά επιχειρήματα της αμερικανικής και βρετανικής κυβέρνησης, και το επικαλούνταν με ιδιαίτεροι έμφαση οι νεοσυντηρητικοί διανοούμενοι των ΗΠΑ και ο βρετανός πρωθυπουργός Τόνυ Μπλερ. Ο Λας Κάζας επέμενε, αντίθετα, πως είναι μάταιος ο εκχριστιανισμός με το στανιό. Τον χριστιανισμός τον ασπάζεσαι μόνον εθελούσια˙ η βία δεν ενδείκνυται για κάτι τέτοιο.

Τα ίδια επιχειρήματα αντιτάχθηκαν και στους επικριτές των επεμβάσεων στα Βαλκάνια και στο Ιράκ, δικαιολογώντας τες στη βάση ότι αυτές προήγαγαν τη δημοκρατία. Το ερώτημα είναι πως μετρά κανείς την προσήλωση στις δημοκρατικές αξίες. Για τους οπαδούς της επέμβασης, φαίνεται πως αυτές σήμαιναν ουσιαστικά την δυνατότητα διεξαγωγής πολυκομματικών εκλογών, με έναν ελάχιστο βαθμό πολιτισμένης συμπεριφοράς και με τη δυνατότητα δημόσιων προεκλογικών εκστρατειών. Αυτός βέβαια είναι ένας πολύ περιορισμένος ορισμός της δημοκρατίας. Αλλά ακόμη και αν δεχτούμε τούτο τον ελάχιστο ορισμό, είναι κάθε άλλο παρά βέβαιοι πως επιτεύχθηκε κάτι τέτοιοι, είτε στα Βαλκάνια είτε στο Ιράκ, έστω και εντελώς προσωρινά.      

Αν όμως εννοούμε με τη δημοκρατία κάτι πιο ευρύ – τον αυθεντικό έλεγχο της πλειοψηφίας του πληθυσμού πάνω στις αποφάσεις των κρατικών δομών, την πραγματική και διαρκή δυνατότητα των κάθε λογής μειονοτήτων να εκφράζονται πολιτικά όσο και πολιτισμικά, και την αποδοχή της πάγιας ανάγκης και την νομιμότητας της ανοιχτής πολιτικής συζήτησης – τότε μοιάζει εντελώς σίγουρο ότι αυτοί οι όροι πρέπει κάθε φορά να ωριμάσουν εσωτερικά, μέσα στις διάφορες χώρες και περιοχές, ενώ ή έξωθεν επέμβαση γενικά αντενδείκνυται, αφού συνδέει την έννοια της δημοκρατίας με τον ξένο έλεγχο και με όλες τις αρνητικές συνέπειες της επέμβασης.

Το ερώτημα λοιπόν, ποιος έχει δικαίωμα επέμβασης, φτάνει στην καρδιά της πολιτικής και ηθικής δομής του νεωτερικού κοσμοσυστήματος. Η επέμβαση είναι στην πράξη ένα δικαίωμα που το οικειοποιούνται οι ισχυροί. Αλλά είναι δικαίωμα που δύσκολα μπορεί να νομιμοποιηθεί, κι επομένως πάντοτε επιδέχεται πολιτική και ηθική αμφισβήτηση. Εκείνοι που επεμβαίνουν, πάντοτε, όταν προκαλούνται, προσφεύγουν σε κάποια ηθική δικαιολόγηση των πράξεων τους: στο φυσικό δίκαιο και τον χριστιανισμό τον δέκατο έκτο αιώνα, στην εκπολιτιστική αποστολή του λευκού ανθρώπου τον δέκατο ένατο αιώνα, και στα ανθρώπινα δικαιώματα και την δημοκρατία στον ύστερο εικοστό και τον εικοστό πρώτο αιώνα.

Η επιχειρηματολογία ενάντια στις επεμβάσεις πάντοτε ερχόταν από δυο πλευρές. Αφ’ ενός από τους ηθικούς αμφισβητίες που ανήκαν στους ισχυρούς λαούς (εκείνους δηλαδή που επικαλούνταν τα επιχειρήματα του Λας Κάζας) και αφ’ ετέρου από εκείνους που ανήκαν στους λαούς που ήταν θύματα των επεμβάσεων και αντιστέκονταν πολιτικά. Τα ηθικής φύσης επιχειρήματα των οπαδών της επέμβασης πάντοτε κηλιδώνονται από τα υλικά τους συμφέροντα, τα οποία βεβαίως οι επεμβάσεις εξυπηρετούν. Από την άλλη μεριά, οι ηθικοί αμφισβητίες πάντοτε μοιάζουν να δικαιολογούν πράξεις οι οποίες, σύμφωνα με τις ίδιες τους τις αξίες, είναι αποτρόπαιες. Η επιχειρηματολογία των πολιτικών ηγετών των λαών που υφίστανται την επέμβαση πάντοτε αμφισβητείται ως επιχειρηματολογία που αποτυπώνει τα στενά συμφέροντα τούτων των ηγετών και όχι των λαών τους.  

Αλλά όλες αυτές οι αμφιβολίες εμφανίζονται μόνον όταν έχει κανείς εκ προοιμίου δεχτεί ότι οι αξίες εκείνων που επεμβαίνουν είναι οικουμενικές. Αν όμως παρατηρηθεί ότι τούτες οι αξίες είναι κοινωνικό δημιούργημα του κυρίαρχου στρώματος ενός ορισμένου κοσμοσυστήματος. Το ζήτημα τίθεται πολύ πιο θεμελιακά. Αυτό που χρησιμοποιούμε δηλαδή ως κριτήριο δεν είναι ο οικουμενικός οικουμενισμός αλλά ο ευρωπαϊκός οικουμενισμός, ένα σύνολο δογμάτων και ηθικών αντιλήψεων που προκύπτουν από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και φιλοδοξούν να εμφανιστούν σαν οικουμενικές και καθολικής αποδοχής αξίες. Πολλοί υπέρμαχοι του το ονομάζουν φυσικό δίκαιο. Τούτο το λεγόμενο φυσικό δίκαιο δικαιολογεί ταυτόχρονα την υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των λεγόμενων αθώων όσο και την υλική εκμετάλλευση από την οποία επωφελούνται οι ισχυροί. Πρόκειται για ένα ηθικά αμφίβολο δόγμα. Κατακεραυνώνει τα εγκλήματα κάποιων, αλλά προσπερνά σιωπηρά τα εγκλήματα άλλων, ακόμη και όταν χρησιμοποιεί τα κριτήρια αυτού που ισχυρίζεται πως αποτελεί φυσικό δίκαιο.

Όχι πως είναι αδύνατο να υπάρξουν οι παγκόσμιες οικουμενικές αξίες. Αλλά μάλλον πολύ απέχουμε ακόμη από τον να μάθουμε ποιες είναι αυτές. Οι παγκόσμιες οικουμενικές αξίες δεν μας δίνονται από πουθενά˙ δημιουργούνται από εμάς. Το εγχείρημα των ανθρώπων που προσπαθούν να δημιουργήσουν τέτοιες αξίες είναι το μεγάλο ηθικό εγχείρημα της ανθρωπότητας. Αλλά μπορούμε να ελπίζουμε πως θα το ολοκληρώσουμε μόνο όταν θα κατορθώσουμε να ξεπεράσουμε την ιδεολογική οπτική των ισχυρών για να φτάσουμε σε μια αληθινά κοινή (και επομένως πιο καθολική) αποτίμηση του καλού. Μια τέτοια καθολική αποτίμηση όμως απαιτεί μια διαφορετική χειροπιαστή βάση και μια δομή πολύ πιο εξισωτική από οποιαδήποτε άλλη έχουμε δημιουργήσει μέχρι τώρα.

Μπορεί κάποτε να υπάρξει μια τέτοια κοινή βάση, ίσως μάλιστα και σύντομα. Τούτο θα εξαρτηθεί από το πώς θα βγει ο κόσμος μας από την τωρινή περίοδο μετάβασης από το κοσμοσύστημα μας σε ένα άλλο κοσμοσύστημα, που μπορεί να είναι καλύτερο, αλλά μπορεί και όχι.  Ωστόσο, ώσπου να διανύσουμε πράγματι αυτή την μεταβατική περίοδο προς ένα πιο εξισωτικό κόσμο, οι σκεπτικιστικοί περιορισμοί της κάθε παρορμητικής ηθικής μας αλαζονείας, τους οποίους κήρυξε ο Λας Κάζας, μάλλον θα μας υπηρετούν καλύτερα από τις ιδιοτελείς βεβαιότητες όλων των Σεπούλβεδα αυτού του κόσμου. Το να θεσπίζουμε νομικές κυρώσεις για τα εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας ελάχιστα αξίζει αν αυτές οι κυρώσεις δεν ισχύον μόνο για τους κατακτημένους αλλά και για τους ισχυρούς.

Το Consejo de las Indias που συνεδρίασε στο Βαγιαδολίδ δεν δημοσίευσε καμιά του απόφαση. Επομένως νικητής βγήκε ο Σεπούλβεδα. Ως σήμερα δεν έχει εκδοθεί καμιά ετυμηγορία, άρα ο Σεπούλβεδα εξακολουθεί να νικά. Οι Λας Κάζας αυτού του κόσμου στηλιτεύονται ως αφελείς, ως υπηρέτες του κακού, ως αναποτελεσματικοί. Ωστόσο έχουν κάτι πολύ σημαντικό να μας διδάξουν – να είμαστε ταπεινοί και να μην παριστάνουμε τους φάρους ηθικής, να βοηθούμε χειροπιαστά τους καταπιεσμένους και καταδιωγμένους, να συνεχίσουμε ν’ αναζητούμε εκείνη την παγκόσμια οικουμενικότητα, που θα είναι πραγματικά συλλογική και επομένως πραγματικά οικουμενική.»

Η υπογράμμιση είναι δική μας.

Στοιχεία για τους Λας Κάζας και Σεπούλβεδα μπορείτε να βρείτε στους παρακάτω συνδέσμους:

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CF%81%CE%B8%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CF%82_%CE%BD%CF%84%CE%B5_%CE%BB%CE%B1%CF%82_%CE%9A%CE%AC%CE%B6%CE%B1%CF%82

https://en.wikipedia.org/wiki/Bartolom%C3%A9_de_las_Casas

https://en.wikipedia.org/wiki/Juan_Gin%C3%A9s_de_Sep%C3%BAlveda

Posted in Χωρίς κατηγορία | Σχολιάστε

Δημοψηφίσματα και Ολυμπιακοί Αγώνες

Σε όλο τον κόσμο, όλο και συχνότερα, οι πολίτες απαιτούν να αποφασίζουν αυτοί, και όχι οι αντιπρόσωποι τους, για όλα τα σοβαρά πολιτικά ζητήματα. Η απαίτηση αυτή δεν μπορούσε παρά να εκφραστεί και όσο αφορά την διοργάνωση Χειμερινών και Ολυμπιακών Αγώνων.

Πότε όμως, που και με τι αποτελέσματα διεξήχθησαν δημοψηφίσματα σχετικά με Ολυμπιακούς Αγώνες;

Πρώτο δημοψήφισμα στο καντόνι του Γκριζόν για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του 1980. Στην συνέχεια έχουμε το δημοψήφισμα του 2002 στην Βέρνη και από το 2013 και μετά εμφανίζεται μία «πλημμυρίδα» από δημοψηφίσματα σχετικά με τους Χειμερινούς αλλά και τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες.

Από τα δημοψηφίσματα αυτά μπορούμε να βγάλουμε μερικά πολύ χρήσιμα συμπεράσματα για την λειτουργία των δημοψηφισμάτων, τα οποία απαντούν σε αρκετά από τα αντεπιχειρήματα όσων αρέσκονται να επιτίθενται στους συγκεκριμένους θεσμούς αλλά και στην δημοκρατία γενικότερα. Για αυτά όμως θα συζητήσουμε σε επόμενα βίντεο.

Όποιος επιθυμεί να εξετάσει προσεκτικότερα τα στοιχεία σχετικά με τα παραπάνω δημοψηφίσματα μπορεί να τα βρει εδώ.



Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , | Σχολιάστε

Τι αστείοι που είμαστε

Διαβάζω ότι η εντεταλμένη κυβέρνηση χώρας ετοιμάζεται να ανοίξει τα πάντα προκειμένου να υποδεχτούμε τους ευρωπαίους που έχουν τόση ανάγκη από ήλιο και ξεκούραση.  

Ξαφνικά ο ιός κολλάει σε κλειστούς χώρους και δεν νιώθει άνετα σε ανοικτούς. Θα «ανοίξουμε» λοιπόν και για να είμαστε όλοι καλά – κυρίως οι συνάνθρωποί μας από τας Ευρώπας – θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να επιδείξουμε φρόνιμα υψηλής ατομικής ευθύνης. Διαβάζω αυτό το «ατομική ευθύνη» και γελώ. Γελώ γιατί αν μιλήσετε με κάποιον από όσους μας κυβερνούν για την πραγματική δημοκρατία και τα εργαλεία της – με κυριότερο όλων τα Δημοψηφίσματα Πρωτοβουλίας Πολιτών – θα σας πουν πως εμείς οι πολίτες δεν γνωρίζουμε, δεν είμαστε ικανοί, θα σκεφτούμε μόνο τον εαυτούλη μας και θα οδηγήσουμε την χώρα στην καταστροφή (πόσο σκέφτονται την χώρα αυτά τα παλικάρια…..). Με άλλα λόγια, και όσο αφορά την πολιτική, δεν θα επιδείξουμε φρόνημα υψηλής ατομικής ευθύνης. Όσο όμως αφορά την υγεία και όταν τα συμφέροντα συγκρούονται (οι εντολές που παίρνουν από «έξω» και το πραγματικό όφελος για την χώρα), τότε νίπτουν τας χείρας τους και λένε: «εσείς αποφασίζετε, κοιτάξτε να επιδείξετε ευθύνη». Αποφασίστε λοιπόν κύριοι, τι θέλετε; Να αποφασίζουμε για τα πάντα εμείς, όπως αρμόζει σε μια πραγματική δημοκρατία, ή να αποφασίζουμε μόνο όταν αυτό είναι υπέρ των ιδιοτελών σας συμφερόντων; Δεν μπορείτε να έχετε και τα δύο! Ή μήπως μπορείτε;

Στην αρχή σκεφτόμουν να τιτλοφορήσω αυτό το μικρό κείμενο ως «Τι αστείοι που είναι», αναφερόμενος στους πολιτικούς που μας κυβερνούν και πλιατσικολογούν. Μετά όμως σκέφτηκα ότι δεν είναι καθόλου αστείοι. Αστείοι είμαστε εμείς που ανεχόμαστε αυτούς τους ανεκδιήγητους να ορίζουν τις ζωές μας. Αλήθεια, συμπολίτη μου, μέχρι πότε θα το ανεχόμαστε;

Υ.Γ. Και για όποιον ακόμα αναρωτιέται πως είναι μια πραγματική δημοκρατία θα γράψω, ξανά, το εξής:

Από το 1848 μέχρι και σήμερα, οι Ελβετοί έχουν κληθεί 315 ημέρες στις κάλπες για να αποφασίσουν για 640 δημοψηφίσματα σε ομοσπονδιακό – εθνικό επίπεδο (δείτε το link στο τέλος του κειμένου). Οι αποφάσεις που πήραν για τοπικά θέματα ήταν ακόμα περισσότερες, αλλά εξίσου σοβαρές.

Ένας ενεργός Ελβετός πολίτης αποφασίζει για περίπου 20 θέματα κάθε χρόνο. Αποφάσεις που αφορούν τον Δήμο, το Καντόνι και την Ελβετική Συνομοσπονδία. Στην διάρκεια της ζωής του θα πάρει, μαζί με τους συμπολίτες του, περίπου 1.000 πολιτικές αποφάσεις.

Το πολίτευμα τους το ονομάζουν ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.

Πως είπαμε ότι λένε το δικό μας;

https://www.bk.admin.ch/ch/d/pore/va/vab_2_2_4_1.html

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged | Σχολιάστε

Οι ελάχιστοι θλιβεροί συμπολίτες μας και το μένος τους για την δημοκρατία.

01.fb_political_conversations_celeste_headlee_ted_small

Τις «άγιες» – υπό δημοκρατικό πρίσμα – αυτές ημέρες,  παρατηρούμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αρκετούς υποστηρικτές του ΝΑΙ να βρίζουν και να απαξιώνουν τους συμπολίτες τους που ψήφισαν ΟΧΙ. Φυσικά, όλος αυτός ο εσμός δεν αποτελεί παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό των συμπολιτών μας που ψήφισαν ΝΑΙ. Η συντριπτική πλειοψηφία, και από τα δύο «στρατόπεδα», επέδειξε και συνεχίζει να επιδεικνύει έναν απίστευτο πολιτικό πολιτισμό. Παρά την απαράδεκτη στάση των ΜΜΕ, τα οποία προσπάθησαν να πολώσουν αυτή την γιορτή της δημοκρατίας με την καλλιέργεια ενός εμφυλιοπολεμικού κλίματος, οι Έλληνες πολίτες τους γύρισαν την πλάτη και έκαναν το δημοκρατικό τους καθήκον. Παρά το, δυστυχώς, πρωτόγνωρο του θεσμού, οι Έλληνες συμμετείχαν στο δημοψήφισμα με ποσοστό 62,5%!

Μια σημαντική πλευρά του φαινομένου είναι όσα γράφει πολύ εύστοχα ο μεγάλος κοινωνιολόγος Πιερ Μπουρντιέ: «Ο Max Weber έλεγε ότι οι κυρίαρχοι έχουν πάντα ανάγκη από μία «θεοδικία των προνομίων τους» ή, καλύτερα, από μια κοινωνιοδικία, δηλαδή από μια θεωρητική δικαιολόγηση του γεγονότος ότι είναι προνομιούχοι. Η ικανότητα αποτελεί σήμερα τον πυρήνα αυτής της κοινωνιοδικίας, η οποία γίνεται αποδεκτή προφανώς από τους κυρίαρχους – τους συμφέρει -, αλλά και από τους άλλους».

Το σημαντικό στο δημοψήφισμα του 2015 ήταν η ίδια η διαδικασία (παρά το ότι ήταν αρκούντως προβληματική) και πολύ λιγότερο το αποτέλεσμα, το οποίο, δυστυχώς, δεν έγινε σεβαστό. Παρόλα αυτά και επειδή είναι ιδιαίτερα θλιβερό να αποκαλεί, μία αστεία μειοψηφία «ειδικών», «πεφωτισμένων» και «ευφυών» «συμπολιτών» μας, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ως ηλίθιους, ας δούμε τι έλεγαν κάποιοι άλλοι εκτός Ελλάδας.

Διεθνείς οργανισμοί

To Συμβούλιο της Ευρώπης με ανακοίνωσή του ανέφερε ότι το δημοψήφισμα δεν πληροί τα ευρωπαϊκά πρότυπα, καθώς δε δίνεται μια περίοδος τουλάχιστον δύο εβδομάδων για συζήτηση. Επίσης, δήλωσε ότι δεν μπορεί να στείλει διεθνείς παρατηρητές, τους οποίους όμως δε ζήτησε η ελληνική κυβέρνηση. Ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας και αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, Δημήτρης Βίτσας, διέψευσε πως υπήρξε απόφαση του Συμβουλίου και ανέφερε πως πρόκειται για προσωπική άποψη του γενικού γραμματέα Θόρμπερν Γιάγκλαντ (Thorbjørn Jagland), και την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Τάινι Κοξ (Tiny Kox) ως ο επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας στην κοινοβουλευτική συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, καλώντας τον γενικό γραμματέα να αποσαφηνίσει την θέση του.

Το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου με τη σειρά του υποστήριξε τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ως εύγλωττη έκφραση της αυτοδιάθεσης του ελληνικού λαού, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και κατ‘ εφαρμογή του άρθρου 25 ΔΣΑΠΔ για τη συμμετοχή του κοινού. Συγκεκριμένα, οι ανεξάρτητοι ειδικοί του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την προώθηση της δημοκρατικής και δίκαιης διεθνούς τάξης, Άλφρεντ ντε Σάγιας (Alfred de Zayas), και για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη διεθνή αλληλεγγύη, Βιρτζίνια Ντάνταν (Virginia Dandan), καλωσόρισαν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, για να αποφασιστεί μέσω μιας δημοκρατικής διαδικασίας το πώς θα επιλυθεί η οικονομική κρίση στην Ελλάδα χωρίς να επιδεινωθεί η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Άρθρο 103 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ προβλέπει ότι οι διατάξεις του υπερισχύουν όλων των άλλων διεθνών συμφωνιών, επομένως καμιά συμφωνία ή δανειακή σύμβαση δεν μπορεί να αναγκάσει μια χώρα να παραβιάσει τα ατομικά, τα πολιτιστικά, τα οικονομικά, τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα του πληθυσμού της, ούτε μπορεί μια δανειακή σύμβαση να αναιρεί την εθνική κυριαρχία ενός κράτους, υπογραμμίζουν οι δύο ανεξάρτητοι ειδικοί του ΟΗΕ.

Οικονομολόγοι

Οι οικονομολόγοι Τζέιμς Κ. Γκάλμπρεϊθ (James K. Galbraith), Τομά Πικετί, Τζέφρεϊ Σακς (Jeffrey Sachs), καθώς και οι βραβευμένοι με το βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών Πωλ Κρούγκμαν και Τζόζεφ Στίγκλιτς εξέφρασαν την υποστήριξη τους υπέρ της ψήφου του Όχι στο δημοψήφισμα, αναφέροντας πως η συνέχιση του προγράμματος ύφεσης είναι η χειρότερη επιλογή που μπορεί να υπάρχει σε σχέση με τα σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί (Nouriel Roubini) υποστήριξε πως μια ψήφος υπέρ του ΝΑΙ δε θα τερμάτιζε την περίοδο αστάθειας και πως η ψήφος του ΟΧΙ θα μετέθετε το βάρος των εξελίξεων στην πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

30 Έλληνες οικονομολόγοι, ανάμεσα στους οποίους ο νομπελίστας  Χριστόφορος Πισσαρίδης τοποθετήθηκαν υπέρ του «Ναι» στο δημοψήφισμα με επιστολή τους, στην οποία έγραφαν ότι «το «Όχι» θα έφερνε την Ελλάδα έξω από την Ευρωζώνη και πιθανώς έξω και από την Ε.Ε.» κάτι που «θα είχε καταστροφικές συνέπειες, τόσο άμεσα όσο και σε βάθος χρόνου».

(Τα παραπάνω στοιχεία από το λήμμα της της Wikipedia)

Οι λίγοι αλλά απίστευτα θλιβεροί συμπολίτες μας

Οι περισσότεροι γνωστοί μου που ψήφισαν ΝΑΙ δεν νοιώθουν ιδιαίτερα ευχάριστα για την ακύρωση της βούλησης της πλειοψηφίας των συμπολιτών τους. Πολλοί από αυτούς παραδέχονται με ειλικρίνεια πως ψήφισαν ΝΑΙ κυρίως κάτω από την επήρεια του φόβου, κάτι το οποίο είναι απόλυτα κατανοητό και απόλυτα σεβαστό. Δεν βρίζουν και δεν λοιδορούν τους συμπολίτες τους που είχαν αντίθετη άποψη και οι οποίοι μπορεί επίσης να ψήφισαν ΟΧΙ από φόβο για το τι πρόκειται να έρθει. Δυστυχώς όμως, υπάρχουν και αυτοί οι λίγοι (σε αριθμό και σε ποιότητα) οι οποίοι όχι μόνο δεν σιωπούν για αυτή την ντροπή, αλλά τολμούν να μας κουνούν το δάχτυλο και να μας υπενθυμίζουν ότι ψηφίσαμε λάθος και είμαστε τυχεροί που ο Τσίπρας δεν μας άκουσε. Τι χρειαζόμαστε για να στείλουμε αυτούς τους κατεργάρηδες στον πάγκο τους, συμπολίτες μας του ΝΑΙ και του ΟΧΙ; Μα φυσικά Δημοψηφίσματα Πρωτοβουλίας Πολιτών. Μέχρι τότε θα τους ανεχόμαστε με πολιτισμό, όπως αρμόζει σε κάθε πραγματικά δημοκρατικό άνθρωπο.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , | Σχολιάστε

5 Ιουλίου 2015: Μία μεγάλη στιγμή της δημοκρατίας

Συζήτηση

Σαν σήμερα, πριν πέντε χρόνια, ζήσαμε μια από τις σπουδαιότερες πολιτικές στιγμές των τελευταίων δεκαετιών. Ποτέ στην ιστορία του νεότερου Ελληνικού κράτους δεν είχαμε κληθεί να αποφασίσουμε για ένα συγκεκριμένο θέμα. Ποτέ δεν είχαμε φτάσει τόσο κοντά σε μία στιγμή καθαρής δημοκρατίας. Το τι συνέβη μετά ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο από  το ολιγαρχικό κοινοβουλευτικό μας σύστημα. Παρόλα αυτά, το ΟΧΙ του ελληνικού λαού έχει ήδη γραφθεί στην ιστορία ως μία γενναία πράξη ενός σπουδαίου λαού.

Πριν λίγες ημέρες οργανώσαμε μια διαδικτυακή συζήτηση με μερικούς καλούς φίλους για αυτό ακριβώς το δημοψήφισμα. Στα βίντεο που παραθέτουμε, εδώ και εδώ, μπορείτε να δείτε τι ακριβώς ειπώθηκε. Ελπίζοντας ότι η συζήτηση θα σας φανεί ενδιαφέρουσα, αναμένουμε και τα δικά σας σχόλια.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , | Σχολιάστε

5. Το δημοψήφισμα του 2015. Μια πρώτη ανάγνωση (σύμφωνα με τα προηγούμενα).

3.Λογότυπο_του_Δημοψηφίσματος

Έφτασε η στιγμή να δούμε τι συνέβη τον Ιούλιο του 2015. Τι ακριβώς ήταν το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου; Τι μας έδωσε ως αποτέλεσμα και τι συνέβη στην συνέχεια;

Δημοψήφισμα, η απαγορευμένη λέξη

Η ελληνική πολιτική ελίτ, από την άκρα δεξιά ως και την άκρα αριστερά, ήταν και συνεχίζει να είναι βαθύτατα αντιδημοκρατική και ως εκ τούτου απέφευγε πάντα να αναφερθεί σε θεσμούς άμεσης έκφρασης της λαϊκής ετυμηγορίας. Γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να πείσουν τον ελληνικό λαό και καλυμμένοι πίσω από το άλλοθι των εκλογών επέβαλλαν και επιβάλλουν στην ελληνική κοινωνία (όλοι τους, παίζοντας το παιχνίδι του καλού και του κακού αστυνομικού, της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης, του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού / κομμουνισμού) πολιτικές οι οποίες δεν έχουν την υποστήριξη των Ελλήνων.  Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η συνέχιση του παρασιτικού τους ρόλου και η λεηλασία της χώρας.

Έτσι δεν προκάλεσε εντύπωση η «εκπαραθύρωση» του ίδιου του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, όταν αυτός, έστω και αργά, ζήτησε το 2011 την διεξαγωγή δημοψηφίσματος.  Θυμόμαστε ακόμα τον θυμό των Ευρωπαίων «ηγετών» και το μένος του εγχώριου πολιτικού προσωπικού (ακόμα και, ή κυρίως, εντός του ΠΑΣΟΚ) ενάντια σε μια τέτοια πρόταση.

Κάπως έτσι και με μια χώρα υπό πολιτική και οικονομική κατοχή φτάσαμε στο 2015 και την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Έξι μήνες μετά και για λόγους που δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε, ο Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε την διεξαγωγή δημοψηφίσματος με ένα πολύ ιδιαίτερο ερώτημα. Θα έπρεπε να απαντήσουμε αν συμφωνούμε με μία δανειακή πρόταση η οποία, την ημέρα του δημοψηφίσματος, δεν ήταν καν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων!

Τελικά για τι ακριβώς ψηφίσαμε;

Νομίζω πως ελάχιστοι αμφισβητούν το ότι το δημοψήφισμα του 2015 λειτούργησε σε δύο επίπεδα. Ένα τυπικό, το οποίο είχε να κάνει με το ερώτημα αυτό καθαυτό και ένα ουσιαστικό το οποίο αφορούσε την συνέχιση των πολιτικών λιτότητας ή όχι. Το τυπικό είχε ελάχιστη σημασία αφού ψηφίζαμε για κάτι το οποίο δεν υπήρχε ως ισχύουσα και δεσμευτική πρόταση και ως εκ τούτου σχεδόν κανείς δεν την διάβασε. Το ουσιαστικό ήταν η επιλογή μεταξύ του φόβου για ένα ακόμα χειρότερο αύριο (ΝΑΙ) και της επιθυμίας για παύση των πολιτικών λιτότητας (ΟΧΙ).  Αυτό το γνώριζαν όλοι και αυτό αποδεικνύεται από την επικοινωνιακή τους ρητορική. Το στρατόπεδο του ΝΑΙ μας έλεγε πως ψηφίζουμε για το ευρώ και την παραμονή της χώρας στην Ευρώπη, ενώ το στρατόπεδο του ΟΧΙ εστίαζε στο αδιέξοδο της μέχρι τότε οικονομικής πολιτικής.

Ο βασιλιάς είναι γυμνός

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά ενός δημοψηφίσματος είναι η ικανότητα του να ξεγυμνώνει τους πάντες. Όταν το ερώτημα είναι συγκεκριμένο δεν μπορείς παρά να πάρεις μία θέση. Δεν μπορείς να κρυφτείς πίσω από γενικότητες, θεωρητικά σχήματα και άλλα «εργαλεία» της «αντιπροσώπευσης» (η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχει καμία σχέση με την δημοκρατία, αφού μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά σε αυτή, αλλά σε καμία περίπτωση να την αντικαταστήσει).  Ας δούμε λοιπόν τι μας είπε το δημοψήφισμα για τον κόσμο γύρω μας.

Το ανέκδοτο της δημοκρατικής Ε.Ε.

Για τόσο σημαντικές αποφάσεις θα περίμενε κανείς μία Ευρώπη η οποία σέβεται, ρωτά και υπακούει στους λαούς της. Μια Ευρώπη η οποία, πριν κάνει οποιοδήποτε βήμα ολοκλήρωσης (αν δεν είναι ολοκληρωτικό καθεστώς) θα ζητά από όλες τις χώρες και τους λαούς να επικυρώσουν τις ενέργειες αυτές με δημοψήφισμα. Υποχρεωτικά και απόλυτα δεσμευτικά. Αντί αυτού έχουμε μια στρατιά καλοπληρωμένων γραφειοκρατών οι οποίοι νομίζουν ότι κάνουν πολιτική και τις ισχυρές πολιτικές, χρηματοπιστωτικές και βιομηχανικές ελίτ της Ευρώπης να κάνουν, κυριολεκτικά, ό,τι θέλουν. Ποιος και με ποιον μηχανισμό μπορεί να τους ελέγξει; Στο σπουδαίο βιβλίο των Verhulst και Nijeboer διαβάζουμε: «Εάν η Ε.Ε. έπρεπε να υποβάλει υποψηφιότητα ένταξης, θα έπρεπε να αποφανθούμε: ‘δημοκρατικά ελλειμματική’.» (Oldag και Tillack, 2003, σ. 17-19, βλέπε επίσης Booker και North, 2005). Έχει αλλάξει τίποτα από την στιγμή που γράφτηκαν, πριν αρκετά χρόνια, αυτά τα λόγια; Φυσικά και ναι, πολλά και προς το χειρότερο. 

Αν κάποιος αμφιβάλλει για τα παραπάνω, δεν έχει παρά να ψάξει και να θυμηθεί πως αντιμετώπισαν οι Ευρωπαίοι «ηγέτες», οι βοηθοί τους και οι γραφειοκράτες το δημοψήφισμα του 2015. Δεν έχει παρά να θυμηθεί την εικόνα της Μέρκελ, ξάγρυπνης και κυριολεκτικά ράκος, το πρωί της επόμενης ημέρας. Κανείς από όλους αυτούς δεν θέλει να έχουμε φωνή.  Για αυτό και η Μέρκελ δεν κάλεσε τον Γερμανικό λαό να αποφασίσει με δημοψήφισμα αν θέλει να δανείσει στους τεμπέληδες του Νότου. Είναι λογικό να μην σέβονται οι Γερμανοί πολιτικοί τον ελληνικό λαό. Δεν είναι παράξενο όμως να μην σέβονται ούτε τον Γερμανικό; Τελικά, υπάρχει κάτι που να σέβονται οι πολιτικοί;

Η δημοκρατία στην Ελλάδα

Τι γίνεται όμως με την δημοκρατία στην χώρα που αυτή γεννήθηκε; Πως μπορούμε , ως Έλληνες πολίτες, να ορίσουμε την πολιτική, το παρόν και το μέλλον της χώρας μας; Ποια ουσιαστική δύναμη έχουμε απέναντι στους αντιπροσώπους μας; Στα παραπάνω ερωτήματα δεν θα απαντήσω. Νομίζω ότι όλοι μας καταλαβαίνουμε και συμφωνούμε πως δεν υπάρχει δημοκρατία στην Ελλάδα. Για όποιον αμφιβάλει, θα ήθελα να του θυμίσω τα λόγια ενός μεγάλου Άγγλου πολιτικού, του Τόνι Μπέν, ο οποίος μας προτρέπει να ρωτήσουμε τους ισχυρούς (και εμμέσως τους εαυτούς μας, όσο αφορά τη δική μας πολιτική ισχύ) τα εξής: «Ποια δύναμη έχεις; Από πού την αντλείς; Υπέρ ποιανού το συμφέρον τη χρησιμοποιείς; Σε ποιον λογοδοτείς; Πως μπορούμε να σε ξεφορτωθούμε;»

Τα ΜΜΕ ως εργαλείο χειραγώγησης

Κανείς λογικός και ενημερωμένος συμπολίτης μας δεν θεωρεί τα ΜΜΕ ως αξιόπιστα ή έστω άξια λόγου. Ως μακρύ χέρι των διαπλεκόμενων οικογενειών και των κρατικοδίαιτων εταιρειών κάνουν το μόνο πράγμα που γνωρίζουν: προπαγάνδα και συλλογική πλύση εγκεφάλου. Ως εκ τούτου, κανείς δεν περίμενε να καλύψουν με μία υποτυπώδη ουδετερότητα το δημοψήφισμα. Και όμως, τόσο πριν όσο και μετά το δημοψήφισμα ξεπέρασαν τους εαυτό τους. Αν μπορούσαν θα προκαλούσαν ακόμα και εμφύλιο πόλεμο. Το προσπάθησαν, αλλά βρήκαν απέναντι τους έναν σπουδαίο λαό.

Οι σπουδαίοι Έλληνες

Ας σκεφτούμε το εξής: Ας υποθέσουμε πως δεν είμαστε Έλληνες. Ας πούμε ότι είμαστε Νορβηγοί και ακούμε για έναν λαό στην Μεσόγειο που ζούσε, μέχρι πολύ πρόσφατα, πέρα από τις δυνάμεις του. Έναν τεμπέλικο λαό που κορόιδεψε τις αθώες και αγνές τράπεζες της Ευρώπης, δανείσθηκε έναν πακτωλό χρημάτων από αυτές και έκανε τα χρήματα αυτά (τα οποία οι τράπεζες με τον ιδρώτα τους έχουν δημιουργήσει εκ του μηδενός) σπίτια, ταξίδια, αυτοκίνητα κτλ. Ένα λαό που σύρεται στην διάσωση του χωρίς να είναι σίγουρο ό,τι το επιθυμεί (κανείς δεν σκέφτηκε να το ρωτήσει). Που διαδηλώνει για να μην συνεχίζει να δανείζεται, κατά εκατοντάδες χιλιάδες, και δέχεται μία καταστολή απίστευτης βίας. Έναν λαό που διασύρεται, λοιδορείται και απαξιώνεται, όχι μόνο από τους αντιπάλους εκτός της χώρας, αλλά ακόμα και από το ίδιο του το πολιτικό προσωπικό, την τηλεόραση, τις εφημερίδες, τους φιλοσόφους και διανοούμενους του. Όλοι τους συμφωνούν ότι φταίνε οι Έλληνες πολίτες και θα πρέπει να πληρώσουν, αφού φυσικά διασωθούν δια της βίας. Έναν λαό που στέλνει στο σκουπιδοτενεκέ τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας και κάνει κυβέρνηση ένα συνονθύλευμα συνιστωσών διαμαρτυρίας. Έναν λαό που όταν τελικά τον ρωτούν, αψηφά την τρομοκρατία, τις τράπεζες που οι Ευρωπαίοι του κλείσανε, τον φόβο του για το αύριο, και λέει ένα ΟΧΙ.

Εμένα, ως υποθετικό Νορβηγό, αυτός ο λαός θα με έκανε να δακρύσω από συγκίνηση. Ο λαός που δεν έπεσε στην παγίδα της πόλωσης και του εμφυλιοπολεμικού κλίματος που δημιούργησαν τα παράσιτα που τον κυβερνούν και τα άθλια ΜΜΕ. Ο σπουδαίος λαός του ΟΧΙ και ο επίσης σπουδαίος λαός του ΝΑΙ. Οι σπουδαίοι Έλληνες.

Posted in Χωρίς κατηγορία | Tagged , , , | Σχολιάστε